10.3.14

ΟλΣτΕ 519/2014: ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΑΚΙΝΗΤΟ ΕΞΑΙΡΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΕΤΑΚ



Αριθμός 519/2014 

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 1η Φεβρουαρίου 2013, με την εξής σύνθεση: Κ. Μενουδάκος, Πρόεδρος, Αθ. Ράντος, Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Ν. Μαρκουλάκης, Γ. Παπαγεωργίου, Ιω. Μαντζουράνης, Αικ. Χριστοφορίδου, Δ. Σκαλτσούνης, Γ. Ποταμιάς, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Νίκα, Ιω. Γράβαρης, Ε. Αντωνόπουλος, Π. Καρλή, Φ. Ντζίμας, Ηρ. Τσακόπουλος, Β. Καλαντζή, Μ. Σταματελάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Β. Αραβαντινός, Ό. Ζύγουρα, Κ. Κουσούλης, Κ. Φιλοπούλου, Κ. Πισπιρίγκος, Α. Χλαμπέα, Δ. Μακρής, Τ. Κόμβου, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή, Σύμβουλοι, Ηλ. Μάζος, Χρ. Σιταρά, Αικ. Ρωξάνα, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Ό. Ζύγουρα και Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή καθώς και η Πάρεδρος Αικ. Ρωξάνα μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη.

Για να δικάσει την από 25 Νοεμβρίου 2011 προσφυγή:
των: 1)............ , κατοίκου Άρλιγκτον Μασσαχουσέτης Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Γεώργιο Γκεσούλη (Α.Μ. 7909, Δ.Σ. Θεσσαλονίκης), που τον διόρισε με πληρεξούσιο και 2) ....... , κατοίκου Καλλιθέας Αττικής (.......), ο οποίος παρέστη με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο Γεώργιο Γκεσούλη, που τον διόρισε στο ακροατήριο,
κατά του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Θεόδωρο Ψυχογυιό, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους.
Με την προσφυγή αυτή οι προσφεύγοντες επιδιώκουν την επιστροφή σ' αυτούς ως αχρεωστήτως καταβληθέντων των ποσών που κατέβαλαν για την πληρωμή Ενιαίου Τέλους Ακινήτου σε σχέση με ακίνητο συνιδιοκτησίας τους στο Πυθαγόρειο Σάμου.
Η πιο πάνω προσφυγή εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της από 19 Μαρτίου 2012 πράξεως της Επιτροπής του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010 και της από 28 Μαρτίου 2012 πράξεως του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω της σπουδαιότητάς της, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2 εδάφ. Α’, 20 και 21 του π.δ. 18/1989.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Ιω. Γράβαρη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε των πληρεξούσιο των προσφευγόντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους προσφυγής και ζήτησε να γίνει δεκτή η προσφυγή και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο
1. Επειδή, η υπό κρίση προσφυγή εισήχθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 παρ. 1 του νόμου 3900/2010, με την από 19.3.2012 πράξη της Επιτροπής του άρθρου αυτού συζητήθηκε δε, λόγω της σπουδαιότητάς της, στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με την από 28.3.2012 πράξη του Προέδρου του.
2. Επειδή, στην πιο πάνω διάταξη του ν. 3900/2010 («Εξορθολογισμός διαδικασιών και επιτάχυνση της διοικητικής δίκης […]», Α΄213) ορίζονται τα εξής: «Οποιοδήποτε ένδικο βοήθημα ή μέσο ενώπιον οποιουδήποτε διοικητικού δικαστηρίου μπορεί να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας με πράξη τριμελούς Επιτροπής, αποτελούμενης από τον Πρόεδρό του, τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο και τον Πρόεδρο του αρμόδιου καθ' ύλην Τμήματος, ύστερα από αίτημα ενός των διαδίκων, όταν με αυτό τίθεται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων. Η πράξη αυτή δημοσιεύεται σε δύο ημερήσιες εφημερίδες των Αθηνών και συνεπάγεται την αναστολή εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων, στις οποίες τίθεται το ίδιο ζήτημα. Μετά την επίλυσή του, το Συμβούλιο της Επικρατείας μπορεί να παραπέμψει το ένδικο μέσο ή βοήθημα στο αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας δεσμεύει τους διαδίκους της ενώπιόν του δίκης, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι παρεμβάντες. Στη δίκη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας μπορεί να παρέμβει κάθε διάδικος σε εκκρεμή δίκη, στην οποία τίθεται το ίδιο ως άνω ζήτημα, και να προβάλει τους ισχυρισμούς του σχετικά με το ζήτημα αυτό. […]».
3. Επειδή, εν προκειμένω, με την ανωτέρω πράξη της οικείας Επιτροπής, έγινε δεκτή η από 12.3.2012 αίτηση των προσφευγόντων, ........ , να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, η εκκρεμής ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών υπ' αριθ. καταθ. 33597/13.12.2011 προσφυγή τους κατά του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού και του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. .... , με την οποία, μεταξύ άλλων, ζητούσαν να τους επιστραφούν ποσά που είχαν καταβάλει ως ενιαίο τέλος ακινήτων (Ε.Τ.ΑΚ.) για ακίνητο συνιδιοκτησίας τους, στο Πυθαγόρειο της Σάμου. Σύμφωνα με την πράξη της Επιτροπής, η εισαγωγή της εν λόγω προσφυγής στο ΣτΕ ενδεικνυόταν κατά το νόμο, όπως ισχυρίζονταν οι αιτούντες, από το γεγονός ότι με αυτήν «τίθεται το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα κατά πόσο ακίνητο που κηρύχθηκε με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού ως αρχαιολογικός χώρος και του οποίου προτάθηκε, χωρίς να έχει ολοκληρωθεί, η απαλλοτρίωση λόγω ανευρέσεως αρχαιοτήτων, εμπίπτει στην απαλλακτική του Ε.Τ.ΑΚ. διάταξη του άρθρου 8, περ. δ΄ του ν. 3634/2008 (Α΄8).».
4. Επειδή, έχουν διενεργηθεί νομίμως οι δημοσιεύσεις που προβλέπονται στις πιο πάνω διατάξεις του ν. 3900. (Εφημερίδες «....» και «....» της 22.3.2012.).
5. Επειδή, με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β΄ (άρθρα 5 κ.επ.) του ν. 3634/2008 («Κατάργηση φόρου κληρονομιών και γονικών παροχών - Απαλλαγή πρώτης κατοικίας - Ενιαίο τέλος ακινήτων […], Α΄9/29.1.2008», θεσπίσθηκε «ενιαίο τέλος ακινήτων», ως φόρος επί της ακίνητης περιουσίας. (Βλ. και την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού, όπου αναφέρεται ότι το εν λόγω «τέλος», «με ιδιαίτερα χαμηλό φορολογικό συντελεστή και ευρεία φορολογική βάση», έχει «στόχο τη σταδιακή ενσωμάτωση […] φόρων που έχουν ήδη καταργηθεί, καταργούνται διά του παρόντος νομοθετήματος (φόρος μεγάλης ακίνητης νομοθεσίας) ή θα καταργηθούν στο μέλλον και οι οποίοι επιβαρύνουν τα ακίνητα» και ότι «με τη συγχώνευση αυτή απλοποιείται το σύστημα, γίνεται περισσότερο δίκαιο, σύγχρονο και ορθολογικό.»). Ειδικότερα, στις πιο πάνω διατάξεις, όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Αρθρο 5 [Αντικείμενο του ενιαίου τέλους ακινήτων] Από το έτος 2008 και για κάθε επόμενο έτος, επιβάλλεται ενιαίο τέλος στην ακίνητη περιουσία που βρίσκεται στην Ελλάδα και ανήκει σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους. Στην έννοια του όρου ακίνητη περιουσία για την εφαρμογή του νόμου αυτού περιλαμβάνονται: α) το δικαίωμα της πλήρους ή ψιλής κυριότητας ή επικαρπίας επί ακινήτων. […] β) […]. Άρθρο 6 [Υποκείμενο του ενιαίου τέλους ακινήτων] Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια, κατοικία ή έδρα του, φορολογείται για την ακίνητη περιουσία του, που βρίσκεται στην Ελλάδα την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας, ανεξαρτήτως των μεταβολών που τυχόν επέρχονται κατά τη διάρκεια του έτους αυτού. […] Άρθρο 7 [Προσδιορισμός αξίας ακινήτων] 1. Για τον υπολογισμό του ενιαίου τέλους ακινήτων λαμβάνεται υπόψη η αξία που έχουν τα ακίνητα ή τα εμπράγματα σε αυτά δικαιώματα, κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας. 2. […] 3. Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας του ακινήτου ή του εμπράγματου σε αυτό δικαιώματος για τα φυσικά πρόσωπα λαμβάνονται υπόψη οι τιμές εκκίνησης ή αφετηρίας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41α του ν. 1249/1982 για τα ακίνητα ή τα εμπράγματα σε αυτά δικαιώματα που βρίσκονται σε περιοχές όπου εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού αξίας ακινήτων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι συντελεστές αυξομείωσης ανά είδος ακινήτου ή κτιρίου στις τιμές εκκίνησης ή αφετηρίας, βάσει των άρθρων 41 και 41α του ιδίου νόμου, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις στοιχείων ακινήτων του υποχρέου, καθώς και οι τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία που απαιτείται για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. Στις περιοχές όπου δεν εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα, η αξία των οικοπέδων καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με βάση την κατώτερη τιμή ανά τετραγωνικό μέτρο οικοπέδου του δήμου ή της κοινότητας, όπως προκύπτει σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του α.ν. 1521/1950. [Περί προσδιορισμού της αξίας για το φόρο μεταβιβάσεως ακινήτων]. 4. […] ’ρθρο 8 [Απαλλαγές από το ενιαίο τέλος] Απαλλάσσονται από το τέλος: α) τα γήπεδα εκτός σχεδίου πόλης ή οικισμού, επί των οποίων έχουν δικαίωμα πλήρους ή ψιλής κυριότητας ή επικαρπίας φυσικά πρόσωπα. β) Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις. γ) […] δ) Τα ακίνητα που έχουν δεσμευθεί από την αρχαιολογική υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, λόγω αρχαιολογικής έρευνας. ε) Κτίσματα για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια ή πρωτόκολλο κατεδάφισης. στ) Τα επιταγμένα από το στρατό ακίνητα […]. ζ) […] Κάθε άλλη διάταξη, γενική ή ειδική, που αφορά απαλλαγές από φόρους ή τέλη, πλην των ανωτέρω, δεν εφαρμόζεται για το ενιαίο τέλος ακίνητης περιουσίας. […] ’ρθρο 9 [Απαλλαγή κύριας κατοικίας] […] Άρθρο 11 [Υπολογισμός του τέλους] Η ακίνητη περιουσία κάθε προσώπου φορολογείται χωριστά. Α. Φυσικά πρόσωπα Επί της συνολικής αξίας της ακίνητης περιουσίας, όπως αυτή διαμορφώνεται μετά την αφαίρεση της αξίας της κύριας κατοικίας […] επιβάλλεται τέλος με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1‰). […] ’ρθρο 12 [Υπόχρεοι σε δήλωση […] 1. Κάθε νομικό πρόσωπο που έχει ακίνητο […] υποχρεούται να υποβάλει δήλωση […] Για την επιβολή του ενιαίου τέλους ακίνητης περιουσίας φυσικών προσώπων, για το πρώτο έτος εφαρμογής, ως δήλωση φυσικού προσώπου ορίζονται οι δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (Ε9) ετών 2005 έως 2008, οι οποίες περιλαμβάνουν το σύνολο της ακίνητης περιουσίας του την πρώτη Ιανουαρίου 2008. Για κάθε επόμενο έτος ως δήλωση φυσικού προσώπου ορίζονται οι αυτές δηλώσεις […] με τις μεταβολές της περιουσιακής ή οικογενειακής κατάστασης που επήλθαν κάθε επόμενο έτος, για τις οποίες υποβάλλεται δήλωση στοιχείων ακινήτων το αντίστοιχο έτος. […]». Εξ άλλου, κατ' επίκληση της ως άνω εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 7 παρ. 3, εκδόθηκε η 1085787/888/0013/13.8.2008 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών («Καθορισμός συντελεστών προσδιορισμού αξίας ανά είδος ακινήτου ή κτιρίου για τον υπολογισμό του Ενιαίου Τέλους Ακινήτων φυσικών προσώπων», Β΄1714/26.8.2008), με την οποία, μεταξύ άλλων, καθορίσθηκαν, για τα οικόπεδα «εντός του συστήματος πλήρους αντικειμενικού προσδιορισμού αξίας ακινήτων», «συντελεστές ειδικών συνθηκών», ως εξής (άρθρο 4.5): «Αν το οικόπεδο: α. Δεν είναι οικοδομήσιμο και δεν μπορεί να τακτοποιηθεί […] εφαρμόζεται συντελεστής 0,60. […] β. Δεν είναι οικοδομήσιμο, αλλά μπορεί να τακτοποιηθεί, […] συντελεστής 0,80. γ. Έχει κηρυχθεί απαλλοτριωτέο […] συντελεστής 0,80. δ. Τελεί υπό αναστολή οικοδομικών αδειών, η οποία δεν έχει αρθεί […] συντελεστής 0,90».
6. Επειδή, κατά μεν το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, «οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους», κατά δε το άρθρο 78 παρ. 1 αυτού, «Κανένας φόρος δεν επιβάλλεται ούτε εισπράττεται χωρίς τυπικό νόμο που καθορίζει το υποκείμενο της φορολογίας και το εισόδημα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους, στις οποίες αναφέρεται ο φόρος.». Εξ άλλου, στο Σύνταγμα ορίζεται επίσης, στο μεν άρθρο 17 ότι «Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του εθνικού συμφέροντος» (παρ. 1), και ότι «Κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση […]» (παρ. 2), στο δε άρθρο 24, ότι «Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός» (παρ. 1), ότι «Τα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το Κράτος», και ότι «νόμος θα ορίσει τα αναγκαία για την πραγματοποίηση της προστασίας αυτής περιοριστικά μέτρα της ιδιοκτησίας, καθώς και τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης των ιδιοκτητών.» (παρ. 6). Τέλος, στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, που κυρώθηκε, όπως και η Σύμβαση, με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 53/1974 (Α΄256), ορίζονται τα εξής: «Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθεί της ιδιοκτησίας αυτού ειμή διά λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους προβλεπομένους υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους. Αι προαναφερόμεναι διατάξεις δεν θίγουσι το δικαίωμα παντός Κράτους όπως θέση εν ισχύι νόμους ους ήθελε κρίνει αναγκαίους προς ρύθμισιν της χρήσεως αγαθών συμφώνως προς το δημόσιον συμφέρον ή προς διασφάλισιν της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων.».
8. Επειδή, από το συνδυασμό των πιο πάνω διατάξεων συνάγεται ότι στην έννοια του «ακινήτου που έχει δεσμευθεί από την αρχαιολογική υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, λόγω αρχαιολογικής έρευνας» και που, ως εκ τούτου, απαλλάσσεται από το ενιαίο τέλος ακινήτων, κατά τα οριζόμενα στο ν. 3634/2008 (περίπτωση δ άρθρου 8, ανωτ. σκέψη 5), υπάγεται κάθε ιδιωτικό ακίνητο όταν, λόγω της σημασίας του για την αρχαιολογική εν γένει έρευνα, δηλαδή για την ανακάλυψη, την ανάδειξη, τη διατήρηση ή την προστασία αρχαιοτήτων (κατά τα προβλεπόμενα στη σχετική ως άνω νομοθεσία), και εξαιτίας των συνακόλουθων ενεργειών της αρχαιολογικής υπηρεσίας, η κατά προορισμό χρήση και εκμετάλλευσή του έχει περιορισθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε, κατά τον κρίσιμο χρόνο, να έχει καταστεί ουσιαστικά αδύνατη για τον ιδιοκτήτη του. Η υπαγωγή ενός τέτοιου ακινήτου σε φόρο ακίνητης περιουσίας, όπως το ένδικο ενιαίο τέλος ακινήτων, αφ' ενός μεν θα συνιστούσε υπέρμετρη επιβάρυνση της ιδιοκτησίας, κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος και του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, αφ' ετέρου δε θα ερχόταν σε αντίθεση με το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, αφού, υπό τις συνθήκες αυτές, η κυριότητα του ακινήτου, ως αντικείμενο του φόρου, δεν θα αποτελούσε, για τον ιδιοκτήτη, ένδειξη αντίστοιχης φοροδοτικής ικανότητας, διασφαλίζοντας, όπως θα έπρεπε, τη φορολόγησή του «ανάλογα με τις δυνάμεις του». (ανωτ. σκέψη 6).
9. Επειδή, εν προκειμένω, σύμφωνα με τα στοιχεία που περιέχονται στο φάκελο της υπόθεσης, η ένδικη έκταση, 7.291,44 τ.μ., που φέρεται να ανήκει στους προσφεύγοντες, κατά το ήμισυ εξ αδιαιρέτου στον καθένα, βρίσκεται στο Πυθαγόρειο της Σάμου (βλ. και ανωτ. σκέψη 3). Με την 11107/24.8.1963 απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως (Β΄408), που εκδόθηκε κατ' επίκληση του κ.ν. 5351/1932 «περί αρχαιοτήτων», αποφασίσθηκε η κήρυξη «της περιοχής της κωμοπόλεως του Πυθαγορείου Σάμου, ήτις καταλαμβάνει την θέσιν της αρχαίας Σάμου, ως αρχαιολογικού χώρου», με την δε Φ21/40292/1401/26.7.1984 απόφαση της Υπουργού Πολιτισμού και Επιστημών (Β΄598) κηρύχθηκε ως αρχαιολογικός χώρος «η ευρύτερη περιοχή της αρχαίας πόλης Πυθαγορείου Σάμου». Στο έγγραφο με στοιχεία ΥΠΠΟΤ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ21/48766/2439/22.5.2012 που απέστειλε στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την παρούσα υπόθεση η Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού (αριθ. πρωτ. ΣτΕ 2569/22.5.12) αναφέρονται τα εξής: «Τα οικόπεδα φερόμενης ιδιοκτησίας των [προσφευγόντων] συνολικού εμβαδού 7.291,44 τ.μ. ευρίσκονται στα Ο.Τ. 61, 62 και 63 του εγκεκριμένου σχεδίου πόλης του Πυθαγορείου, καταλαμβάνοντας μεγάλο τμήμα του λόφου Κάστρου του Πυθαγόρειου Σάμου. Στην ανωτέρω περιοχή έχουν αποκαλυφθεί κατά καιρούς σημαντικά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της αρχαίας πόλης της Σάμου και στο παρελθόν το ΥΠ.ΠΟ.Τ προχώρησε την απαλλοτρίωση ικανού αριθμού ιδιοκτησιών. Ύστερα από την έκδοση του Ν. 3028/2002 όλα τα αιτήματα απαλλοτριώσεων αντιμετωπίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18 του Ν.3028/2002, δηλαδή απαλλοτρίωση είναι η τελική επιλογή εφόσον έχουν αποκλεισθεί άλλες για τη διατήρηση και ανάδειξη αρχαιοτήτων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η Δ.Π.Κ.Α. δεδομένου ότι η ΚΑ΄ Ε.Π.Κ.Α έχει υποβάλει πρόταση απαλλοτρίωσης της φερόμενης ιδιοκτησίας .... (βλπ. Συν. 3488/28.8.2006 έγγραφο ΚΑ΄ Ε.Π.Κ.Α.) θα συγκεντρώσει τα στοιχεία του φακέλου με τα αναγκαία αρχαιολογικά δεδομένα του εν λόγω αρχαιολογικού χώρου και θα υποβάλει φάκελο στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο […]». Στο δε 2488/28.8.2006 έγγραφο της Διευθύντριας της ΚΑ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού προς την αντίστοιχη Διεύθυνση του ίδιου Υπουργείου, με θέμα «Πρόταση απαλλοτρίωσης ακινήτων ιδιοκτησίας κ.κ. ... και ..... στο Πυθαγόρειο Σάμου», αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: «Τα οικόπεδα ιδιοκτησίας κ.κ. ...... ευρίσκονται στα Ο.Τ. 61, 62 και 63 του εγκεκριμένου σχεδίου πόλης του Πυθαγορείου και το συνολικό τους εμβαδόν φθάνει τα 7.291,44 τ.μ., από τα οποία τα 5.521 τ.μ. ευρίσκονται στο σχέδιο πόλης του Πυθαγορείου ενώ τα 1.770,44 τ.μ. ευρίσκονται σε μη διανοιγμένες οδούς. Τμήμα της ιδιοκτησίας ... στο Ο.Τ. 62 […] συνορεύει […] με τα απαλλοτριωμένα οικόπεδα τέως ιδιοκτησίας […] όπου η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως το πόδιο και το στυλοβάτη αρχαίου ναού […] ενώ στην ιδιοκτησία […] αποκαλύφθηκε το θεμέλιο ναού ελληνιστικών χρόνων, πιθανόν αφιερωμένου στη θεά Αφροδίτη […]. Οι προαναφερόμενοι ναοί εντάσσονται στον ευρύτερο χώρο της αγοράς της αρχαίας πόλης της Σάμου και έχουν εξέχουσα θέση μεταξύ των οικοδομημάτων της. Δεύτερο τμήμα της ιδιοκτησίας ........ […] συνορεύει με ιδιοκτησίες […] στο υπόγειο των οποίων σώζονται σε άριστη διατήρηση λείψανα εγκατάστασης λουτρών ρωμαϊκών χρόνων. Σύμφωνα μάλιστα με τα πρώτα ανασκαφικά στοιχεία στα προαναφερόμενα υπόγεια η εγκατάσταση των λουτρών συνεχίζεται στην μεταξύ των Ο.Τ. 62 και 61 δημοτική οδό αλλά και στο […] Ο.Τ. 61, όπου ευρίσκεται τμήμα της ιδιοκτησίας .......... Στο Ο.Τ. 63, στο οποίο ευρίσκεται τμήμα της ιδιοκτησίας ..... , ευρίσκονται τα απαλλοτριωμένα οικόπεδα […] όπου η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε λείψανα εγκατάστασης λουτρών με υπόκαυστα, που προφανώς σχετίζονται με την εγκατάσταση που αποκαλύφθηκε στο Ο.Τ. 62, αλλά και οικοδομήματα με ψηφιδωτά δάπεδα. Ομορο […] του Ο.Τ. 63, όπου ευρίσκεται μεγάλο τμήμα της ιδιοκτησίας ..... , είναι το Ο.Τ. 77, το οποίο έχει περιέλθει στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου, στερα από αναγκαστική απαλλοτρίωση. Πρόκειται για το λόφο του Κάστρου.... , την αρχαία Αστυπάλαια, όπου η ανθρώπινη εγκατάσταση χρονολογείται από την 4η χιλιετία π.Χ. […] και όπου κατά τους αρχαίους συγγραφείς βρίσκονταν τα ανάκτορα του Πολυκράτη, ενώ ο ... αναφέρει την ύπαρξη δύο αρχαίων ναών. Με την ανασκαφική έρευνα έχουν έλθει στο φως επαύλεις ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων με άριστα διατηρημένα ψηφιδωτά δάπεδα και τοιχογραφίες με πλούσια διακόσμηση, Παλαιοχριστιανική Βασιλική και ανακτορικό συγκρότημα, στο οποίο κατοίκησαν βασιλείς και ρωμαίοι αυτοκράτορες, όπως ο Αντώνιος και η Κλεοπάτρα, ο Αύγουστος, ο Τραϊανός, ο Αδριανός κ.ά. Στο όμορο […] του Ο.Τ. 61, όπου ευρίσκεται τμήμα της ιδιοκτησίας ..... , […] ευρίσκεται το οικόπεδο […] η απαλλοτρίωση του οποίου εγκρίθηκε […] επειδή κατά την ανασκαφική έρευνα ήλθαν στο φως ορθογωνική δεξαμενή, τέσσερις, μακρόστενες σήραγγες […] τμήμα της βυζαντινής οχύρωσης του λόφου κ.ά. […] Πρόταση της Εφορείας. Τα οικόπεδα της ιδιοκτησίας αφών ευρίσκονται σε μια από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές περιοχές του Πυθαγορείου καταλαμβάνοντας μεγάλο τμήμα του λόφου του Κάστρου. Στο Ο.Τ. 62, όπου ευρίσκονται τμήματα της ιδιοκτησίας έχουν αποκαλυφθεί λείψανα αρχαίου ναού και εγκατάσταση λουτρών ρωμαϊκών χρόνων στο Ο.Τ. 61 τοποθετείται η συνέχεια προς Δ της λουτρικής εγκατάστασης ενώ στα δυτικά της ιδιοκτησίας ευρίσκεται το ήδη απαλλοτριωμένο οικόπεδο […] και τα εγκεκριμένα για απαλλοτρίωση οικόπεδα […] Τα ευρήματα των σωστικών ανασκαφών στο συγκεκριμένο τμήμα της αρχαίας πόλης της Σάμου σε συνδυασμό με τις αρχαίες πηγές και τις περιγραφές των περιηγητών μας οδηγούν στο ασφαλές συμπέρασμα ότι το τμήμα που ευρίσκεται η ιδιοκτησία αφών ... , είναι από τα σημαντικότερα της αρχαίας πόλης της Σάμου με εντυπωσιακά δημόσια οικοδομήματα, εκτεταμένη λουτρική εγκατάσταση, που προφανώς κάλυπτε τις ανάγκες των κατοικούντων στην περιοχή του Κάστρου, επαύλεις με ψηφιδωτά δάπεδα και τοιχογραφίες. Η επιλογή της συγκεκριμένης περιοχής για την οικοδόμηση σημαντικών κτιρίων, δημοσίων και ιδιωτικών, αλλά και ανακτόρων, προφανώς οφείλετο στην εξέχουσα θέση της στο λόφο του Κάστρου από όπου η θέα στο πέλαγος αλλά και σε ολόκληρη την πόλη είναι μοναδική. Ύστερα από τα παραπάνω προτείνεται η απαλλοτρίωση του συνόλου της ιδιοκτησίας αφών .... προκειμένου αυτή να ενσωματωθεί στο σημαντικό αρχαιολογικό χώρο του λόφου του Κάστρου, όπου η Εφορεία προγραμματίζει να διαμορφώσει σε επισκέψιμο μόλις εξασφαλιστούν οι απαραίτητες πιστώσεις για τη συνέχιση της ανασκαφικής έρευνας και τις εργασίες ανάδειξης.». Εξ άλλου, οι προσφεύγοντες ισχυρίζονται με την προσφυγή τους, χωρίς να αμφισβητείται, ότι, με επανειλημμένες αιτήσεις τους προς τη Διοίκηση, από το 2003, ζήτησαν να επιλυθεί το ζήτημα της ιδιοκτησίας τους είτε με κήρυξη αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, όπως συνέβη με τα γειτονικά ακίνητα, είτε με έκδοση άδειας δόμησης. Από τα έγγραφα που επικαλούνται σχετικά, στο υπό στοιχεία ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ21/16595/819/8.3.2007 έγγραφο της Γενικής Διευθύντριας Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού προς τον ...... , αναφέρεται, «σε απάντηση εγγράφου του για το θέμα της εκκρεμούς υπόθεσης της απαλλοτρίωσης του ακινήτου του στη θέση «Κάστρο» Πυθαγορείου Σάμου», ότι «η υπόθεση συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο των εκκρεμών απαλλοτριώσεων τις οποίες θα εξετάσει η Ομάδα Εργασίας του ΥΠΠΟ που συγκροτήθηκε […]» και ότι «η Υπηρεσία […] έχει συμπεριλάβει την υπόθεση στον Κατάλογο των ακινήτων για τα οποία έχει προτείνει τη διενέργεια αυτοψίας […] προκειμένου να αποφασιστεί η διατήρηση ή αποδέσμευση της εν λόγω απαλλοτρίωσης» στο έγγραφο υπ' αριθ. πρωτ. 9812/22.8.2011 της Προϊσταμένης της ΚΑ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων που απευθύνεται στους προσφεύγοντες, διά του δικηγόρου τους, και μνημονεύει αιτήσεις τους των ετών 2003, 2010 και 2011, αναφέρεται ότι «τα οικόπεδα φερομένης ιδιοκτησίας τους […] ευρίσκονται εντός του κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου του Πυθαγορείου Σάμου […] και πριν από τη χορήγηση της άδειας οικοδόμησης απαιτείται ανασκαφική έρευνα από την Υπηρεσία […] σύμφωνα με τη σειρά προτεραιότητας υποβολής των αιτήσεων», καθώς και ότι «εξαιτίας της ένταξης των προαναφερθεισών ιδιοκτησιών στον πολύ σημαντικό αρχαιολογικό χώρο του Κάστρου, η Εφορεία έχει εισηγηθεί, ύστερα και από αίτημα των ιδιοκτητών, την απαλλοτρίωσή τους για αρχαιολογικούς σκοπούς» με το δε υπ' αριθ. 9345/16.8.2012 έγγραφο του Αναπληρωτή Προϊσταμένου της αυτής ως άνω ΚΑ΄ Εφορείας, γνωστοποιείται στους προσφεύγοντες ότι αίτησή τους υπ' αριθ. πρωτ. 953/28.8.2003 «για χορήγηση άδειας οικοδόμησης σε τρία οικόπεδα φερόμενης ιδιοκτησίας [τους] στα Ο.Τ. 61, 62 και 63 του εγκεκριμένου σχεδίου πόλης Πυθαγορείου Σάμου έχει σειρά 07, 08 και 09 στον κατάλογο των οικοπέδων του Πυθαγορείου για σωστική ανασκαφή σύμφωνα με τη σειρά προτεραιότητας υποβολής των αιτήσεων», ενώ, παράλληλα, επισημαίνεται ότι «η Εφορεία […] έχει εισηγηθεί […] την απαλλοτρίωση των προαναφερθέντων ακινήτων, επειδή ευρίσκονται στον πολύ σημαντικό αρχαιολογικό χώρο του Κάστρου, εν μέσω απαλλοτριωμένων για αρχαιολογικούς σκοπούς ιδιοκτησιών.».
10. Επειδή, για το πιο πάνω ακίνητο των προσφευγόντων εκδόθηκαν εις βάρος τους εκκαθαριστικά σημειώματα (από 15.1.2010 της Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού για τον πρώτο, από 30.4.2010 της Δ.Ο.Υ. Α΄ για το δεύτερο), με τα οποία το ακίνητο αυτό υπήχθη σε ενιαίο τέλος ακινήτων για το έτος 2008. Η αξία του προσδιορίσθηκε σε 2.050.798,40 και 2.214.862,27 ευρώ, αντιστοίχως. Με την ένδικη προσφυγή ζητείται, κατά τα προεκτεθέντα (σκέψη 3), η επιστροφή, ως αχρεωστήτων, των ποσών του φόρου (Ε.Τ.ΑΚ.), τα οποία οι προσφεύγοντες κατέβαλαν.
11. Επειδή, κατά τ' ανωτέρω, ήδη από το έτος 2006 είχε εκτιμηθεί από την αρχαιολογική υπηρεσία ότι το ένδικο ακίνητο είχε ιδιαίτερη σημασία για τον αρχαιολογικό χώρο μέσα στον οποίο βρίσκεται και είχε γι' αυτό προταθεί η απαλλοτρίωσή του. Έκτοτε δε, και μέχρι, πάντως, το 2008 (κρίσιμο χρόνο της επίδικης φορολογίας του), η Διοίκηση, όπως συνάγεται, κατ' αρχήν, από τα υφιστάμενα στοιχεία, ούτε τη διαδικασία της απαλλοτρίωσης είχε προωθήσει ούτε οικοδομική άδεια είχε χορηγήσει, επικαλούμενη, στις απαντήσεις της, την αρχαιολογική σημασία του ακινήτου. Υπό τα δεδομένα όμως αυτά, το ένδικο ακίνητο, αδρανοποιημένο κατά τον προορισμό του ως εντός σχεδίου πόλεως, υπαγόταν, κατά τα εκτεθέντα στη σκέψη 8, στην περίπτωση δ του άρθρου 8 του ν. 3634/2008, ήταν δηλαδή, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, «δεσμευμένο από την αρχαιολογική υπηρεσία λόγω αρχαιολογικής έρευνας» και απαλλασσόταν, ως εκ τούτου, για το 2008, από την επιβολή ενιαίου τέλους ακινήτων.
12. Επειδή, μετά την επίλυση του ζητήματος για το οποίο η υπόθεση εισήχθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ανωτ. σκέψη 3), το Δικαστήριο εκτιμά, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010, ότι η ένδικη προσφυγή πρέπει να παραπεμφθεί στο Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, ενώπιον του οποίου έχει ασκηθεί, προκειμένου αυτό να κρίνει επί των λοιπών ζητημάτων παραδεκτού και βασίμου, τα οποία θέτει η προσφυγή αυτή, καθώς και επί του ζητήματος της προσβολής, με υπομνήματα που κατέθεσαν οι προσφεύγοντες μετά την εισαγωγή της υπόθεσης στο ΣτΕ, πράξεων μεταγενέστερων της ασκήσεως της προσφυγής, που αφορούν μεν το ίδιο ακίνητο, ανάγονται όμως σε επόμενα έτη ή και άλλες φορολογίες.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Επιλύει το ζήτημα για το οποίο εισήχθη η υπόθεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Παραπέμπει, κατά τα λοιπά, την προσφυγή στο Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, σύμφωνα με το σκεπτικό.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 13 Μαΐου 2013
Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας
Κ. Μενουδάκος Μ. Παπασαράντη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 7ης Φεβρουαρίου 2014.
Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας
Σωτ. Αλ. Ρίζος Μ. Παπασαράντη