25.6.12

Ν.Π.Δ.Δ., ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ & PSI


Πρόβλημα βιωσιμότητας προέκυψε μετά την εφαρμογή του PSI και για τα Ν.Π.Δ.Δ. και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφαλίσεως, οι οποίοι τηρούσαν (υποχρεωτικώς) τους λογαριασμούς των αποθεματικών τους στην Τράπεζα της Ελλάδος. Ήδη, τα εν λόγω Νομικά Πρόσωπα έχουν προσφύγει ενώπιον της Δικαιοσύνης (αιτήσεις ακυρώσεως στο ΣτΕ), ενώ συγχρόνως ετοιμάζουν μηνυτήριες αναφορές κατά του Διοικητού της Τραπέζης της Ελλάδος, καθ’ όσον, κατά τα λεγόμενα Προϊσταμένων τους, ο τελευταίος επένδυσε τα αποθεματικά των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ταμείων σε Ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου και, εν συνεχεία, συνήνεσε στο «κούρεμά» τους. Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι ο κ. Προβόπουλος υπεχρεούτο εκ του νόμου να τοποθετήσει τα αποθεματικά των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ασφαλιστικών Φορέων σε τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου, τούτο δε ως διαχειριστής του Κοινού Κεφαλαίου, το οποίο συνιστά ομάδα περιουσίας.

            Πιο συγκεκριμένα, στο άρθρο 15 παρ. 11 του Ν. 2469/1997 ορίζεται ότι: «α. Τα σύμφωνα με το τρίτο άρθρο του ν. 2216/1994 (ΦΕΚ 83 Α') διαθέσιμα, στα οποία περιλαμβάνονται και τα διαθέσιμα των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, συνιστούν το Κοινό Κεφάλαιο των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και ασφαλιστικών φορέων (Κ.Κ.Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ.), το οποίο διαχειρίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με τους κανόνες β' έως η' της παρούσας παραγράφου. β. Το Κ.Κ.Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. δεν αποτελεί νομικό πρόσωπο αλλά ομάδα περιουσίας, της οποίας τα επί μέρους στοιχεία ανήκουν εξ αδιαιρέτου στους συμμετέχοντες σ' αυτό φορείς (Ν Π.Δ.Δ. και Α.Φ.) ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής τους. Τα Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. που συμμετέχουν στο Κοινό Κεφάλαιο, εκπροσωπούνται δικαστικώς και εξωδίκως από την Τράπεζα της Ελλάδος ως προς τις έννομες σχέσεις από τη διαχείριση του Κοινού Κεφαλαίου και τα δικαιώματά τους επί του ενεργητικού του. γ. Το ενεργητικό του Κ.Κ.Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. επενδύεται σε κινητές αξίες του Ελληνικού Δημοσίου. …».
Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, τα αποθεματικά των Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. που τοποθετούνται σε λογαριασμούς διαθεσίμων, στην ουσία συνιστούν μία ομάδα περιουσίας, της οποίας τα στοιχεία ανήκουν από κοινού σε όλα τα συμμετέχοντα σ’ αυτό Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ.. Την εν λόγω ομάδα περιουσίας διαχειρίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία, βάσει των προπαρατεθεισών διατάξεων, είναι υποχρεωμένη να τοποθετήσει το ενεργητικό του Κοινού Κεφαλαίου σε τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου (Ομόλογα). Οι δε συγκύριοι του ενεργητικού του Κοινού Κεφαλαίου, δηλαδή τα Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. (ήδη Φ.Κ.Α.), εκπροσωπούνται δικαστικώς και εξωδίκως μόνο από την Τράπεζα της Ελλάδος αναφορικά με τα δικαιώματά τους επί του ενεργητικού του Κοινού Κεφαλαίου. Εν προκειμένω, δηλαδή, αίτηση ακυρώσεως και αγωγή αποζημιώσεως κατά του Ελληνικού Δημοσίου για τις ζημίες που υπέστησαν από το PSI μπορούσε να ασκήσει, κατ' αρχήν, μόνο η Τράπεζα της Ελλάδος. Ως εκ τούτου, η μόνη ευθύνη που φαίνεται να έχει η Τράπεζα της Ελλάδος απέναντι στα Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. είναι η ευθύνη για κακοδιαχείριση του Κεφαλαίου λόγω μη ασκήσεως (για λογαριασμό τους) των προβλεπομένων ενδίκων βοηθημάτων.
Ωστόσο, ο νομοθέτης έχει προβλέψει ήδη (με την διάταξη του άρθρου 3 παρ. 8 του Ν. 4046/2012, δηλαδή πριν ψηφισθεί ο Νόμος περί Ομολόγων – 4050/2012) ότι: «Η απόφαση συμμετοχής ή μη του Κ.Κ. Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. σε πρόγραμμα ανταλλαγής τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, κατ' εφαρμογή προγράμματος για την αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, ανήκει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα της Τράπεζας της Ελλάδος ως διαχειριστή του Κ.Κ., η οποία, καθώς και τα στελέχη της, κατά την άσκηση της αρμοδιότητας αυτής, δεν υπέχουν καμία ευθύνη, ποινική, αστική, διοικητική ή άλλη». Επομένως, η Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά και τα στελέχη της, όπως ο κ. Προβόπουλος, έχουν απαλλαγεί προκαταβολικώς από οιαδήποτε ευθύνη μπορεί να θεμελιωνόταν εις βάρος τους από την «εθελοντική» συμμετοχή του Κοινού Κεφαλαίου στο PSI. Εν τούτοις, η νομοθετική αυτή διάταξη παραβιάζει ευθέως το Σύνταγμα, καθ’ ό μέρος αφαιρεί από τα Ν.Π.Δ.Δ. και τους Α.Φ. το δικαίωμα προσβάσεως σε δικαστήριο, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 20 παρ. 1 Συντ., αλλά και το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου περί δίκαιης δίκης. Τούτο δε, διότι, αφ’ ενός, ο νομοθέτης του 1997 είχε υποχρεώσει τα Ν.Π.Δ.Δ. και τους Α.Φ. να τηρούν τα αποθεματικά τους σε λογαριασμούς διαθεσίμων, ήτοι στο Κοινό Κεφάλαιο, στην Τράπεζα της Ελλάδος, χωρίς να έχουν την δυνατότητα να αποφασίζουν για το αν θα τα επενδύσουν και πού θα τα επενδύσουν, ενώ, συγχρόνως, τους είχε αφαιρέσει το δικαίωμα να προσφύγουν στην Δικαιοσύνη για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους επί του ενεργητικού του Κοινού Κεφαλαίου, ορίζοντας ως εκπρόσωπό τους την Τράπεζα της Ελλάδος, αφ’ ετέρου, τους αφαίρεσε εκ νέου το δικαίωμα προσφυγής στην δικαιοσύνη αυτήν την φορά για διεκδίκηση αποζημιώσεως από την Τράπεζα της Ελλάδος εξ αιτίας της κακής διαχείρισης του Κοινού Κεφαλαίου (μη άσκηση ενδίκων βοηθημάτων κατά του «κουρέματος» των Ομολόγων του Κοινού Κεφαλαίου). Σημειωτέον δε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος κοινοποίησε στα Ν.Π.Δ.Δ. που απευθύνθηκαν σ’ αυτήν, προκειμένου να μάθουν πώς μειώθηκαν τα αποθεματικά τους, δεδομένου ότι μεγάλος αριθμός Ν.Π.Δ.Δ. δεν γνώριζε καν τα περί Κοινού Κεφαλαίου, ή πώς συμμετείχαν τα δικά τους Ομόλογα στο PSI (για όσα Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Σ. γνώριζαν την ύπαρξη του Κοινού Κεφαλαίου), χωρίς προηγουμένως να ερωτηθούν οι Διοικήσεις τους, τις διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 11 του Ν. 2469/1997, όπως ίσχυαν πριν την συμπλήρωσή τους με την αμφιβόλου συνταγματικότητας διάταξη του άρθρου 3 παρ. 8 του Ν. 4046/2012!
Κατά συνέπεια, τα Ν.Π.Δ.Δ. και οι Α.Φ. μπορούν να ασκήσουν αγωγή αποζημιώσεως κατά του Ελληνικού Δημοσίου λόγω παραβιάσεως των διατάξεων των άρθρων 4 παρ. 1 (Αρχή της Ισότητας), 17 παρ. 1 (Δικαίωμα της Ιδιοκτησίας), 20 παρ. 1 (Δικαίωμα Δικαστικής Προστασίας) και 25 παρ. 1 (Αρχή της Αναλογικότητας) του Συντάγματος.