21.6.12

ΑΠΟΦΑΣΗ ΔΕΕ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ C-78/11: ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΤΗΣΙΑΣ ΑΔΕΙΑΣ & ΑΝΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΠΡΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑ

Εργαζόμενος του οποίου η ανικανότητα προς εργασία επήλθε κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειάς του μετ’ αποδοχών δικαιούται να λάβει μεταγενέστερα άδεια ανάλογης διάρκειας με την αναρρωτική του άδεια
Το δικαίωμα αυτό χορηγείται ανεξαρτήτως της χρονικής στιγμής κατά την οποία επήλθε η ανικανότητα προς εργασία

Η οδηγία σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας αναγνωρίζει σε κάθε εργαζόμενο το δικαίωμα σε ετήσια άδεια.
Στην Ισπανία, οι περίοδοι άδειας καθορίζονται κατόπιν κοινής συμφωνίας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζομένου, σύμφωνα με όσα προβλέπουν, ενδεχομένως, οι συλλογικές συμβάσεις σχετικά με τον ετήσιο προγραμματισμό των αδειών.
Το ισπανικό δίκαιο προβλέπει επίσης ότι, όταν η περίοδος άδειας συμπίπτει με περίοδο ανικανότητας προς εργασία λόγω εγκυμοσύνης, τοκετού ή θηλασμού, ο εργαζόμενος δικαιούται να λάβει μεταγενέστερα την άδειά του η οποία αντιστοιχεί στην περίοδο ανικανότητας προς εργασία. Εν προκειμένω, η συλλογική σύμβαση των πολυκαταστημάτων του 2009-2010 περιλαμβάνει ανάλογη διάταξη. Ωστόσο, η ισπανική νομοθεσία δεν ρυθμίζει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η περίοδος άδειας συμπίπτει με περίοδο ανικανότητας προς εργασία που οφείλεται σε αναρρωτική άδεια.
Πολλοί συνδικαλιστικοί φορείς, οι οποίοι εκπροσωπούν εργαζομένους, κίνησαν ενώπιον της ισπανικής δικαιοσύνης διαδικασία διακανονισμού συλλογικής διαφοράς προκειμένου να αναγνωρισθεί το δικαίωμα των εργαζομένων που υπάγονται στη συλλογική σύμβαση των πολυκαταστημάτων να λαμβάνουν την ετήσια άδειά τους μετ’ αποδοχών ακόμα και όταν η ετήσια αυτή άδεια συμπίπτει με περιόδους άδειας ληφθείσας λόγω ανικανότητας προς εργασία. Πάντως, η Asociación Nacional de Grandes Empresas de Distribución (ANGED) (εθνική ένωση πολυκαταστημάτων διανομής) αντικρούει τη δυνατότητα αυτή. Φρονεί ότι οι εργαζόμενοι οι οποίοι τελούν σε κατάσταση ανικανότητας προς εργασία –πριν από την έναρξη προκαθορισμένης περιόδου άδειας, ή κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής–, δεν δικαιούνται να λαμβάνουν την άδειά τους μετά το τέλος της καταστάσεως ανικανότητας προς εργασία, πλην των ρητώς προβλεπομένων στη εν λόγω συλλογική σύμβαση περιπτώσεων.
Το Tribunal Supremo (Ανώτατο δικαστήριο), επιληφθέν της υποθέσεως, ζητεί από το Δικαστήριο να διευκρινίσει αν η οδηγία απαγορεύει την ισπανική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία εργαζόμενος, τελών σε κατάσταση ανικανότητας προς εργασία, η οποία επήλθε κατά τη διάρκεια της περιόδου της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών, δεν δικαιούται να λάβει μεταγενέστερα την ετήσια άδεια η οποία συμπίπτει με την περίοδο της ανικανότητας προς εργασία. Με τη σημερινή απόφασή του, το Δικαστήριο απαντά καταφατικώς.
Συναφώς, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, κατά πάγια νομολογία, το δικαίωμα κάθε εργαζομένου σε ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών πρέπει να θεωρείται ως αρχή ιδιαίτερης σημασίας στο κοινωνικό δίκαιο της Ένωσης. Ως αρχή του κοινωνικού δικαίου της Ένωσης, το δικαίωμα ετήσιας άδειας έχει ρητώς κατοχυρωθεί στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το εν λόγω δικαίωμα ετήσιας άδειας δεν μπορεί να ερμηνεύεται συσταλτικώς.
Περαιτέρω, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι ο σκοπός του δικαιώματος ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών έγκειται στο να παράσχει στον εργαζόμενο τη δυνατότητα να αναπαυθεί και να έχει στη διάθεσή του ένα χρονικό διάστημα χαλαρώσεως και ψυχαγωγίας. Επομένως, ο σκοπός αυτός διαφέρει από τον σκοπό του δικαιώματος αναρρωτικής άδειας που απονέμεται στον εργαζόμενο για να μπορέσει να αναρρώσει από ασθένεια συνεπαγόμενη ανικανότητα προς εργασία.
Λαμβανομένου υπόψη του σκοπού της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών, το Δικαστήριο έκρινε ότι εργαζόμενος τελών σε κατάσταση ανικανότητας προς εργασία πριν από την έναρξη της περιόδου ετήσιας άδειας, δικαιούται να λάβει την εν λόγω άδεια σε περίοδο άλλη από αυτή που συμπίπτει με την περίοδο της αναρρωτικής άδειας.
Με τη σημερινή απόφασή του, το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι είναι αλυσιτελής η χρονική στιγμή επελεύσεως της ανικανότητας προς εργασία. Κατά συνέπεια, ο εργαζόμενος δικαιούται να λάβει μεταγενέστερα την ετήσια άδειά του μετ’ αποδοχών η οποία συμπίπτει με περίοδο αναρρωτικής άδειας· τούτο δε, ανεξαρτήτως της χρονικής στιγμής επελεύσεως της ανικανότητας προς εργασία. Συγκεκριμένα, θα ήταν άδηλο και αντίθετο προς τον σκοπό του δικαιώματος ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών να χορηγείται το δικαίωμα αυτό στον εργαζόμενο μόνον υπό την προϋπόθεση ότι τελεί ήδη σε κατάσταση ανικανότητας προς εργασία κατά την έναρξη της περιόδου της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών.
Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η νέα περίοδος ετήσιας άδειας (η οποία αντιστοιχεί στη διάρκεια της αλληλεπικαλύψεως της αρχικώς καθορισθείσας περιόδου ετήσιας άδειας και της αναρρωτικής άδειας), την οποία δικαιούται να λάβει ο εργαζόμενος μετά την ανάρρωσή του, δύναται, ενδεχομένως, να καθορισθεί εκτός της περιόδου αναφοράς της ετήσιας άδειας.